Κωνσταντίνος Μοσχάτος: Έστω και μια μικρή κηλίδα διαφθοράς, αρκεί για να λερώσει σιγά σιγά και αποτελεσματικά την κοινωνία. 

Ο Κωνσταντίνος Μοσχάτος συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό με το βιβλίο  “Ρωξάνη” και πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε και το δεύτερο έργο του “Ο Λύκος” από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος , δείχνοντας πως ήρθε για να μείνει. “Ο Λύκος” είναι ένα εξαιρετικό αστυνομικό μυθιστόρημα που τα έχει όλα. Γρήγορη πλοκή, καταιγιστικές εξελίξεις, μυστικά, ανατροπές. Στην  εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη που ακολουθεί ο συγγραφέας μας μιλάει για το έργο του, για την ιστορία πίσω από τον “Λύκο” και μας αναλύει τις σκέψεις του σχετικά με την διαφθορά στην Ελληνική κοινωνία…

 

  • Κύριε Μοσχάτο αρχικά θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας στην σελίδα μας. Θα θέλατε να μας μιλήσετε λίγο για εσάς;

Εγώ σας ευχαριστώ για την φιλοξενία στη σελίδα σας. Αν και δεν μου είναι εύκολο να μιλάω για μένα, θα σας πω ότι αγαπώ ιδιαίτερα τη λογοτεχνία, την βρίσκω μια εξέχουσα μορφή πνευματικής και ψυχικής εξύψωσης, που με ολοκληρώνει ως άνθρωπο και με ψυχαγωγεί. Μου αρέσει πολύ να διαβάζω, να γράφω, να μαθαίνω ιστορίες αλλά και να τις αφηγούμαι.

 

  • Μιλήστε μας λίγο για το νέο σας βιβλίο «Ο λύκος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος. Τι αποτέλεσε πηγή έμπνευσης;

Είχα στο μυαλό μου, αόριστα αρχικά, ως ιδέα, να γράψω μια ιστορία μέσα στη φυλακή. Ήθελα έναν ήρωα που θα βρίσκεται έγκλειστος σε μια σκληρή ελληνική φυλακή και θα βιώνει την καθημερινότητα και την πραγματικότητα της, ρεαλιστικά και ακραία, μέσα όμως από μια αστυνομική περιπέτεια κι όχι από ένα κοινωνικό δράμα το οποίο θα αφηγείται τη ζωή ενός κρατούμενου. Στη συνέχεια άρχισα να χτίζω γύρω απ’ αυτήν την ιδέα με θέματα που μου κέντριζαν το ενδιαφέρον, όπως είναι οι σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στους ανθρώπους, το δίπολο οργανωμένου εγκλήματος-αστυνομίας, και οι νόμοι οι οποίοι καθορίζουν άμεσα τη ζωή μας, διαμορφώνουν τις κοινωνικές νόρμες και την εκάστοτε εποχή. Και φυσικά υπήρχε στο κέντρο και ο κακός της ιστορίας, που ήθελα να είναι ένας πολύ ιδιαίτερος και αντισυμβατικός ήρωας με κοινωνικά ερεθίσματα κι ας κινείται στους δρόμους της παρανομίας.

 

  • Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με το αστυνομικό μυθιστόρημα; Ποιες είναι οι δικές σας επιρροές από τον κόσμο της αστυνομικής λογοτεχνίας; 

Μου βγαίνει αυθόρμητα νομίζω, όπως και η γενικότερη επιθυμία να γράψω. Κάθε φορά που γεννιέται στο νου μου μια ιδέα, που υπάρχει κάποιο ερέθισμα, το οποίο συνήθως είναι κοινωνικό να σας πω την αλήθεια, αρχίζω και το σκέφτομαι μέσα από το πρίσμα μιας αστυνομικής ιστορίας. Ένα έγκλημα το οποίο θα έχει προκύψει και η έρευνα του μου κεντρίζουν το ενδιαφέρον, όσο και αυτά που μπορούν να συμβούν μέσα στην ιστορία. Οι συγκρούσεις, οι έρωτες, οι τιμωρίες, η προσωπική αναζήτηση των ηρώων, μου αρέσει όταν γίνονται παράλληλα με τη λύση ενός μυστηρίου. Όσο για τους συγγραφείς που με επηρεάζουν είναι αρκετοί για να τους απαριθμήσω. Από τον Τσάντλερ ως τον Νέσμπο και από τον Σιμενόν ως τον Κινγκ, όλοι έχουν κάτι που με αγγίζει. Σε άλλους είναι το ύφος, σε άλλους η γλώσσα, το σασπένς, η ατμόσφαιρα, η σκιαγράφηση των χαρακτήρων και πάει λέγοντας.

 

  • Στο βιβλίο σας ο «κεντρικός» σας ήρωας είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τον αδελφό του. Πιστεύετε στην συνθήκη αυτή; Ότι δηλαδή μπορούμε εν δυνάμει όλοι να κάνουμε τα πάντα για τους δικούς μας ανθρώπους;

Ναι, το πιστεύω και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Νομίζω ότι όλοι μας κάποια στιγμή στη ζωή μας θυσιαζόμαστε για κάποιον άλλον, στα μέτρα του δυνατού και του φυσιολογικού, αλλά εκτιμώ ότι θα κάναμε το ίδιο και σε μια ακραία συνθήκη. Όλοι μας κρύβουμε μέσα μας έναν γενναίο δεύτερο εαυτό που θα κάνει τα πάντα για να βοηθήσει έναν δικό του άνθρωπο όταν νιώσει ότι πραγματικά το έχει ανάγκη.

 

  • Μέσα στο βιβλίο γίνεται αναφορά στη στήριξη που παρέχει στην επαρχία ο ένας στον άλλο και ιδιαίτερα ο στενός συγγενικός κύκλος. Ποιες  είναι οι παρατηρήσεις σας στις διαθέσεις των ανθρώπων των μεγάλων αστικών κέντρων με αυτές των επαρχιακών κωμοπόλεων;

Αν και δεν έχω ζήσει στην επαρχία, απ’ όσο έχω δει υπάρχει μεγαλύτερη σύμπνοια μεταξύ των κατοίκων και στενότεροι δεσμοί απ’ ότι στη μεγαλούπολη. Και στα αστικά κέντρα υπήρχε αυτό παλιότερα, στις συνοικίες και τις γειτονιές, αλλά έχει εκλείψει κάπως. Πιστεύω πως αυτή η αλλοίωση στις μεγαλουπόλεις, κυρίως στην Αθήνα δηλαδή, οφείλεται στο μέγεθος του πληθυσμού, τις μεγάλες αποστάσεις και τον σύγχρονο τρόπο ζωής που με τους εξαντλητικούς του ρυθμούς μας αποξενώνει και μας απομακρύνει από σημαντικά πράγματα -γιατί τα θεωρώ σημαντικά – όπως το να πούμε μια καλημέρα σε έναν άγνωστο ή να μας νοιάξει πώς είναι και τι κάνει ο διπλανός μας.

 

  • Ένα από τα θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο είναι και αυτό της διαφθοράς. Ζούμε τελικά σε μια διεφθαρμένη κοινωνία; Και που μπορούμε τελικά να πιστεύουμε αν όχι στην δικαιοσύνη και στους νόμους εν προκειμένω;

Πολύ ωραία ερώτηση που σηκώνει μεγάλη συζήτηση. Δεν νομίζω ότι την έχω απαντήσει ξεκάθαρα ακόμα. Οι νόμοι δεν είναι ουρανοκατέβατοι ούτε αποτελούν κάτι θεϊκό για να πιστεύουμε μόνο εκεί, τυφλά. Βρίσκονται ταυτόχρονα σε τρία επίπεδα, από πάνω μας, γιατί μας καθορίζουν σαν μια αόρατη δύναμη, από κάτω μας, σαν θεμέλιο για να σχηματιστεί μια κοινωνία, αλλά και μέσα μας γιατί πηγάζουν από εμάς. Οι άνθρωποι δημιουργούν τους νόμους, τους τροποποιούν τους εφαρμόζουν και τους καταπατούν, οπότε πρέπει να πιστεύουμε σ’ αυτούς, όπως και στον ίδιο τον άνθρωπο, όμως με τα μάτια μας ανοιχτά και την κριτική μας σκέψη σε εγρήγορση. Φυσικά και επιβάλλεται να πιστεύουμε στη δικαιοσύνη, είτε έχει την μορφή γραπτών νόμων όπως επικρατεί σήμερα, είτε άγραφων κανόνων είτε ηθικών αξιών, και να αναπροσδιορίζουμε διαρκώς τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Τώρα, για το αν είναι διεφθαρμένη η κοινωνία μας, νομίζω ότι είμαστε κάπου στη μέση. Δεν είναι αγγελική σίγουρα, αλλά δεν είναι και τα πάντα βουτηγμένα στη διαφθορά. Μπορούμε να κάνουμε κάτι καλύτερο πάντως. Μια απειλή στη δικαιοσύνη οπουδήποτε είναι μια απειλή στη δικαιοσύνη παντού, έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Οπότε έστω και μια μικρή κηλίδα διαφθοράς, αρκεί για να λερώσει σιγά σιγά και αποτελεσματικά την κοινωνία.

 

  • Από την απλή ιδέα στο χαρτί και από το χαρτί, η εύρεση του κατάλληλου εκδοτικού οίκου. Συναντήσατε δυσκολίες στην υλοποίηση του όλου εγχειρήματος;

Υπάρχουν δυσκολίες σε όλα τα στάδια, από την ιδέα στην έρευνα, από εκεί στο προσχέδιο, μετά στο χαρτί και τέλος στην έκδοση. Σε γενικές γραμμές είμαι αρκετά ικανοποιημένος, γιατί παρά τον χρόνο, τον κόπο και τις δυσκολίες, το εγχείρημα μου υλοποιήθηκε. Όσο για την έκδοση, είναι πολύ σημαντική για εμένα η εμπιστοσύνη του εκδότη μου κυρίου Φαλδαμή και των ανθρώπων στις εκδόσεις Κλειδάριθμος, και τους ευχαριστώ πολύ για αυτό, όπως και για την όλη συνεργασία.

 

  • Έχετε ξεχωρίσει κάποιον από τους ήρωες σας; Κάποιον που να έχετε έστω και λίγο παραπάνω αδυναμία; 

Μιλώντας για την ιστορία του “Λύκου”, σίγουρα ο κεντρικός ήρωας Άγγελος Γκίκας ξεχωρίζει κάπως από τους υπόλοιπους γιατί μπήκα και παραπάνω ώρες στη θέση του. Θεωρητικά όταν αποφασίζεις να πορευτείς με έναν κεντρικό ήρωα, είναι σαν να γίνεσαι αυτός για μεγάλο διάστημα, ή τουλάχιστον έτσι προσπαθείς. Άλλα και οι υπόλοιποι ήρωες είναι εξίσου σημαντικοί για μένα, το καταλαβαίνω τώρα που τους έχω αποχωριστεί. Επίσης, θα μου λείψει πολύ “ο Λύκος”. Για την ακρίβεια, μου λείπει ήδη.

 

  • Στη συναρπαστική πλοκή του βιβλίου σας εναλλάσσονται μυστικά και ανατροπές, και ο αναγνώστης σε πολλά σημεία νιώθει την καρδιά του να χτυπά δυνατά. Ποια είναι εκείνα τα συστατικά που χρειάζονται, όταν ο συγγραφέας καταπιάνεται με μια τέτοια ιστορία ;

Πρέπει να πορεύεσαι με τους κανόνες που σου ορίζει η ιστορία και το πλαίσιο που διαδραματίζεται, καθώς και να αφουγκράζεσαι τους ήρωες. Κάθε ιστορία έχει διαφορετική συνταγή, διαφορετικό χρώμα και υφή, οπότε πρέπει να βρίσκεις τα συστατικά που νιώθεις ότι της ταιριάζουν. Στην ιστορία του Λύκου, που είναι μια αστυνομική περιπέτεια, το σασπένς είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό το οποίο πρέπει να έχει, η αγωνία, η αδρεναλίνη που προκύπτει από τη δράση είναι κάποια απ’ αυτά που είχα στο μυαλό μου πριν την γράψω. Αλλά και όταν την έγραφα, λειτουργούσα με το ένστικτο και το πως ένιωθα την ιστορία, μένοντας φυσικά πάντα μέσα στα περιθώρια του ρεαλισμού. Γιατί δεν θέλω οι εναλλαγές, οι δράσεις και οι ανατροπές να γίνουν για να γίνουν, σαν προσπάθεια εντυπωσιασμού, αλλά να προκύπτουν ομαλά μέσα από την πλοκή.

 

  • Η έμπνευση είναι μια ιστορία εκεί έξω αρκεί να έχεις το κατάλληλο βλέμμα να την δεις;

Η έμπνευση έρχεται μόνο από τη ζωή, οπότε ναι. Ο κόσμος είναι γεμάτος ιστορίες κι ερεθίσματα, απλώς διαφέρει ο τρόπος που τα εκλαμβάνουμε ή αντιδρούμε σ’ αυτά. Σε κάθε μορφή έκφρασης ή τέχνης, το επίκεντρο είναι η ζωή και το μόνο που αλλάζει και κινείται σφαιρικά είναι η ματιά. Γι’ αυτό και όλοι μας κάτι θέλουμε να πούμε, να συζητήσουμε ή να αφηγηθούμε, αν πρόκειται για συγγραφή, και μάλιστα με τον τρόπο μας.

 

  • Έχετε ζηλέψει κάποιο βιβλίο που έχετε διαβάσει και θα θέλετε να το έχετε γράψει εσείς;

Έχω θαυμάσει αμέτρητα βιβλία, αλλά όχι δεν έχω ζηλέψει κάποιο σε καμιά περίπτωση. Κάποιος σκέφτηκε κάτι, εκφράστηκε και άφησε το αποτύπωμα του σε ένα έργο. Από ένα καλογραμμένο κείμενο ως τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας, μου αρκεί να είμαι τυχερός ως αναγνώστης και να το διαβάσω. Στις ιστορίες μου μετράει ο τρόπος που θέλω να τις αφηγηθώ, αλλά και η διάθεση μου να το κάνω, ακόμα κι αν το έχουν κάνει αρκετοί άλλοι και καλύτερα από μένα.

 

  • Τελειώνοντας, θα ήθελα να μας δώσετε έναν τίτλο για τη ζωή σας, αν ποτέ αποφασίζατε να την αποτυπώσετε σε βιβλίο.

Είναι κάπως νωρίς ακόμα, και δεν νομίζω ότι θα την αποτύπωνα ποτέ σε βιβλίο. Αλλά αν γινόταν κάτι τέτοιο, θα ήθελα σε πολλά χρόνια από τώρα, να λέει το προσχέδιο “Μια ευτυχισμένη ζωή”

Share:

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Social Media

Most Popular

Categories

On Key

Related Posts

Ρένα Ρώση Ζαΐρη: Τα μυθιστορήματά μου αντικατοπτρίζουν την ίδια τη ζωή, οι ήρωές μου παρόλες τις δυσκολίες, δε λυγίζουν, χαμογελούν, αισιοδοξούν και προχωρούν, παλεύοντας να μεταδώσουν μηνύματα ζωής.

Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς που έχεις “μεγαλώσει” μαζί τους. Σε έχουν πιάσει από το χέρι από την αρχή της αναγνωστικής σου πορείας και δεν σε έχουν

Ελένη Κουτσούδη- Ιόλα: Ο θείος μου, μου μετέδωσε την αξία του να ενθαρρύνεις νέους που έχουν όνειρα. Για μένα η ζωή χωρίς όνειρα και νόημα, είναι ταξίδι χωρίς πυξίδα. 

Υπάρχουν βιογραφίες ανθρώπων που γνωρίζεις αρκετά καλά και που απλά σου προσθέτουν κάποιες λίγες επιπλέον γνώσεις για την ζωή τους ή κάποιες ίσως πικάντικες λεπτομέρειες

Μαρία Τσιρωνά: Μετά από ένα τραγικό γεγονός δεν είμαστε ποτέ ξανά οι ίδιοι. Συνεχίζουμε τη ζωή μας όμως είμαστε πια διαφορετικοί.

Έχοντας διαβάσει ήδη δυο από τις ιστορίες της κυρίας Τσιρωνά, προσπαθούσα να καταλάβω ποιο ήταν εκείνο το στοιχείο που κάνει τις ιστορίες της τόσο ελκυστικές